ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΜΑΣ

ΓΙΑ ΜΙΑ ΝΕΑ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ

1. Στις 23 Απριλίου 2010 η Ελλάδα ομολόγησε τη χρεωκοπία της.
2. Η Κυβέρνηση απεμπόλησε την κυριαρχική εξουσία, παραχωρώντας την σε ξένους ειδικούς, υπάλληλους ξένων οργανισμών, και πολιτικούς άλλων χωρών.
3. Η ευθύνη για τη θλιβερή κατάντια της χώρας βαρύνει εξ αδιαιρέτου όλο το πολιτικό σύστημα.
4. Αναλαμβάνουμε πρωτοβουλία να καταγγείλουμε στον Ελληνικό Λαό τους υπεύθυνους και να προτείνουμε ιδέες και λύσεις που θα οδηγήσουν στην έξοδο από το τέλμα.
5. Αναζητούμε τα αίτια της κακοδαιμονίας ήδη στη δημιουργία του Νεοελληνικού Κράτους από τους Βαυαρούς. Το Σύστημα που μας επιβλήθηκε ήταν καταπιεστικό και πολιτιστικά ξένο.
6. Στόχος μας είναι μια Νέα Απελευθέρωση, με Νέο αληθινά Δημοκρατικό Σύνταγμα, που θα υιοθετηθεί από μια Συντακτική Εθνοσυνέλευση.
7. Θα επιδιώξουμε τη θεσμοθέτηση ενός Συστήματος βασιζόμενου στο τρίπτυχο: Περιορισμένο Κράτος, Δημοσιονομική Υπευθυνότητα, Ελεύθερες Αγορές.
8. Πιστεύουμε στις τρεις μεγάλες αρχές της κλασσικής οργάνωσης της κοινωνίας σε κράτος: Ισονομία, Αξιοκρατία, Ελευθερία.
9. Στοχεύουμε σε ένα κράτος εγγυητή της ζωής, της αριστείας, της περιουσίας, της ανεμπόδιστης ενέργειας, της αβίαστης επιλογής και ελεύθερης πρόσβασης παντού, των ίσων ευκαιριών, της αναλογούσας ευημερίας και της επιδίωξης της μέγιστης αυτοπραγμάτωσης και της ευδαιμονίας των ατόμων.
10. Θεωρούμε κυριαρχικό το δικαίωμα της κοινωνίας να αλλάζει ριζικά το σύστημα διακυβέρνησής της όταν αυτό δεν επιτελεί τον εγγενή σκοπό του.

Κυριακή 7 Νοεμβρίου 2010

Η Ιστορία στο εδώλιο;

Το σύστημα αρνείται πεισματικά να συντονιστεί με την πραγματικότητα. Τώρα που διανύει ουσιαστικά την πιο κρίσιμη φάση του το κάνει ακόμα πιο έντονα, προδίδοντας την αδυναμία του αλλά και την αγωνία που το διακατέχει σε ό,τι αφορά τη βιωσιμότητά του. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι, ενώ διανύουμε μια εποχή κατά την οποία το ελληνικό «κράτος» παραπαίει,
 τέθηκε, πρόσφατα, το ζήτημα της αναψηλάφησης της «Δίκης των Εξ», έστω κι αν αυτό υποκινήθηκε από κάποιον ιδιώτη, συγγενή ενός εκ των εκτελεσθέντων. Είναι η περιρρέουσα ατμόσφαιρα που ουσιαστικά ευνόησε και επιδοκίμασε το όλο εγχείρημα. Εν τέλει, με απόφαση του Αρείου Πάγου λίγες ημέρες πριν, σε μία δίκη - «φάρσα» που διεξήχθη χωρίς αντίλογο, δικαιώθηκαν οι έξι καταδικασθέντες εις θάνατον μετά από 88 χρόνια. Διερωτώμαι εάν μετά από αυτήν την εξέλιξη θα δικαιολογείτο η έναρξη μιας νέας διερευνητικής διαδικασίας που θα απεκάλυπτε -εφόσον οι «έξι» αθωώθηκαν- ποιοι είναι τελικά οι πραγματικοί υπαίτιοι της Μικρασιατικής τραγωδίας… Διότι, βέβαια, δεν είναι δυνατόν σε μία πρώτου μεγέθους εθνική καταστροφή να μην αποδίδονται ευθύνες προς κάποια κατεύθυνση. Το μόρφωμα ωστόσο του νεοελληνισμού τοποθετεί τον εαυτό του υπεράνω της Ιστορίας. Πράγματι, βολεύει πολλούς στις μέρες μας η λογική της συναίνεσης, της «εθνικής ενότητας», της απενοχοποίησης και της γενικής αμνηστίας. Από τη σκοπιά μιας ηθελημένα ασαφούς ψευδο-ηθικής, που αναδείχθηκε στο πλαίσιο της νεοελληνικής πραγματικότητας, η λέξη «ευθύνη» έχει χάσει προ πολλού το νόημά της, στο βωμό μιας κακώς εννοούμενης κοινωνικής αλληλεγγύης και της σκόπιμης ενίσχυσης ενός ενοχικού συνδρόμου που στις μέρες μας συνοψίζεται με φράσεις του τύπου «όλοι φταίμε», «μαζί τα φάγαμε» και πάει λέγοντας... Έτσι φτάσαμε στο δόγμα της συγκάλυψης και της συνενοχής, που ουσιαστικά αποδυναμώνει κάθε προσπάθεια απόδοσης ευθυνών. Στην περίπτωση λοιπόν της σημερινής χρεοκοπημένης Ελλάδας και της συλλογικής ευθύνης που ματαίως επιχείρησαν οι εκφραστές του συστήματος να καλλιεργήσουν στην κοινωνία για την κατάντια της χώρας, μπορεί κανείς εύκολα να αντιληφθεί τα βαθύτερα αίτια που οδηγούν σε αυτού του είδους τις σπασμωδικές κινήσεις. Είναι η ιδεολογία του συστήματος που τις γεννά. Κανείς δεν αρνείται ότι αμφότερες οι πλευρές είχαν μερίδιο ευθύνης σε μία πανεθνική, συντριπτική αποτυχία όπως εκείνη του ‘22. Ωστόσο, τίποτα δεν αναιρεί το γεγονός ότι οι καταδικασθέντες αποτελούσαν την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία ενός τόπου σε μια τραγική καμπή της ιστορίας του και αυτό είναι το μόνο στο οποίο πρέπει να σταθούμε. Εξ ορισμού οι ηγετικές ομάδες και προσωπικότητες είναι που καλούνται να επωμιστούν το βάρος μιας εθνικής συμφοράς. Η θυσία των «Έξι», αν μπορούμε να το τοποθετήσουμε σε αυτήν τη βάση, απλώς μας υπενθυμίζει την ευθύνη και τις υποχρεώσεις με τις οποίες επιφορτίζονται οι ηγέτες διαχρονικά. Πρώτοι θα δρέψουν τις δάφνες των πιθανών επιτυχιών τους και πρώτοι θα καρατομηθούν αν αποτύχουν, είτε αυτό οφείλεται σε κάποια προσωπική τους αβλεψία είτε πρόκειται για αποτυχία των εκφραστών και αξιωματούχων του συστήματός τους. Και ίσως αυτό είναι που ενοχλεί. Μπορούμε κάλλιστα να αναρωτιόμαστε ποιες θα ήταν οι εξελίξεις αν δεν προκήρυσσε εκλογές το 1920 ο Βενιζέλος, αν ο εθνικός διχασμός εξέλιπε ή αν δεν επιχειρείτο η πορεία προς το Σαγγάριο και η κυβέρνηση Γούναρη τηρούσε τις προεκλογικές της δεσμεύσεις. Οι εικασίες και τα σενάρια είναι αναρίθμητα. Εντούτοις, οι όποιες θεωρητικές προσεγγίσεις και αναζητήσεις μας δεν πρέπει να αγνοούν την πραγματικότητα. Τουναντίον, επιβάλλεται να εξαντλούνται στην ενδελεχή επισκόπησή της. Η ουσία λοιπόν είναι πως η Ιστορία έχει τη λογική της, μια λογική στην οποία δεν χωρούν συναισθηματισμοί. Δεν την αγγίζουν οι δικές μας ιδεολογικές ή άλλου είδους αγκυλώσεις. Δεν διαπραγματεύεται ούτε έχει ηθικά διλήμματα, όπως επίσης δεν… προνοεί, σε μία γενικευμένη κρίση, να διαχωρίσει έναν προς έναν τους «καλούς» από τους «κακούς» ευεργετώντας τους μεν και τιμωρώντας τους δε. Τότε θα ήταν ουτοπία ή θρησκεία αποκαλυπτική. Ουσιαστικά με τον όρο Ιστορία αναφερόμαστε σε αυτό που έχει συμβεί αμετάκλητα και δεν είναι δυνατόν να αναιρεθεί. Είναι, με άλλα λόγια, η καταγεγραμμένη πραγματικότητα, η συνιστώσα της ανθρώπινης δράσης στο χώρο και στο χρόνο. Έχουμε τη δυνατότητα μελετώντας την να εξάγουμε χρήσιμα συμπεράσματα αλλά μέχρι εκεί. «Βουλεύματα» που αντιτίθενται στην ιστορική πραγματικότητα αγγίζουν τα όρια του παραλόγου, ακριβώς διότι δεν προσφέρουν τίποτα στην πληρέστερη κατανόηση ήδη τετελεσμένων γεγονότων και δεν συμβάλλουν ούτε στην πρόληψη ανάλογων καταστάσεων μελλοντικά. Γι’ αυτόν το λόγο είναι ανεδαφικό να ανοίγει μια τέτοια συζήτηση. Μήπως θα πρέπει να μπούμε σε μία ατελέσφορη διαδικασία αναψηλάφησης και για τις δίκες του Κολοκοτρώνη, του Μπελογιάννη ή, ακόμα παλαιότερα, του… Σωκράτη; Μα όλα τα γεγονότα είναι ξεκάθαρα στη συνείδηση όλων, όσων τουλάχιστον δεν στρουθοκαμηλίζουν, στο πλαίσιο της γενικότερης ιστορικής συγκυρίας που τα υπέβαλε. Το σίγουρο είναι πως δεν μπορούμε ν’ αλλάξουμε το παρελθόν, ίσως όμως μπορούμε να προδιαγράψουμε ως ένα βαθμό το μέλλον και αυτό είναι ένα σημείο όπου το νεοελληνικό μόρφωμα πάσχει. Εκεί θα πρέπει να εστιάσει η θεωρητική έρευνα και όχι σε ανόητες αναψηλαφήσεις που ενδεχομένως εκφράζουν -συνειδητά ή όχι- την ανάγκη του χρεοκοπημένου συστήματος σήμερα να αποφύγει τη δική του ιστορική ευθύνη έναντι του ελληνικού λαού. Δεν επιθυμώ πάντως να κινδυνολογήσω. Όπως θεωρώ ανόητο να θεωρητικολογώ και να κρίνω εκ των υστέρων τετελεσμένα και ιστορικά προσδιορισμένα γεγονότα αποφαινόμενος ότι κακώς συνέβησαν, με τον ίδιο τρόπο δεν θα μπορούσα να προκαταλάβω τις βουλές της Ιστορίας. Ωστόσο, είμαι βέβαιος πως το μόνο που την ενδιαφέρει είναι το αποτέλεσμα. Αυτό αξιολογεί, αυτό επικροτεί και αυτό κατακεραυνώνει αναλόγως με την περίσταση. Και οι εκάστοτε ηγεσίες είναι αυτές που αναπόφευκτα -και δικαίως- γίνονται δέκτες της επιβράβευσης ή της ηχηρής αποδοκιμασίας της.

Δεν υπάρχουν σχόλια: