Του Απόστολου Πιερρή
Το Σαββατοκύριακο 26-27 Φεβρουαρίου έλαβε χώρα στο Βερολίνο μια ενδελεχής ενημέρωση από στελέχη της καγκελαρίας προς επιλεγμένους Ευρωπαίους δημοσιογράφους. Οι σύμβουλοι και συνεργάτες της Μέρκελ μίλησαν ανοικτά για την κατάσταση στην ευρωζώνη. Είπαν, και το όλο γεγονός έγινε για να πουν, ό,τι δεν λέγεται με το όνομά του στις επίσημες πολιτικές ανακοινώσεις.
Είπαν πολλά και σωστά. Οι ανώτατοι σύμβουλοι στις πολιτισμένες χώρες είναι κατά τεκμήριο και κανόνα άνθρωποι σοβαροί, δυνατά μυαλά, συχνά λειτουργούντες και σε think tank παραγωγής σκέψης και στρατηγικής, βαθείς γνώστες του αντικειμένου τους και η παρουσία τους και χρησιμοποίησή τους στις κεφαλές της πολιτικής εξουσίας των χωρών αυτών είναι το σύγχρονο ισοδύναμο της πλατωνικής θέσης ότι πολιτική εξουσία και φιλοσοφία πηγαίνουν μαζί σε μια ευνομούμενη και ευημερούσα πολιτεία.
Στο πλαίσιο των αναλύσεών τους για την ευρωζωνική κρίση αναφέρθηκαν και στο ποιόν των Ελλήνων πολιτικών και οικονομολόγων. Εξήγησαν ότι δεν έχει και μεγάλο νόημα η συζήτηση με αυτούς «που εμφανώς έχουν αποτύχει και έρχονται σε μας για χρήματα». Ο λόγος που δεν έχει νόημα αυτή η συζήτηση είναι ότι «δεν είμαστε στο ίδιο επίπεδο». Και για να το κάνουν λιανά, προσέθεσαν: «Eίναι σαν να προσπαθείς να εξηγήσεις τη θεωρία της σχετικότητας του Einstein σε παιδιά που πηγαίνουν ακόμη στο νηπιαγωγείο». Τέτοια βαθιά περιφρόνηση για το πνευματικό επίπεδο των ηγετικών ομάδων του νεοελληνισμού υπάρχει στον πολιτισμένο κόσμο, σε όλους τους τομείς και όχι μόνο για τις πολιτικές και οικονομικές και οικονομολογικές élites της βαρυδαίμονος χώρας μας. Oποιος από εμάς τους δημιουργούς έχει ουσιαστική (εννοώ όχι απλώς επίσημη) σχέση με το διεθνές σύστημα το γνωρίζει αυτό από πρώτο χέρι. Απορούν οι σοβαροί άνθρωποι της σκέψης, της τέχνης, της δράσης, έξω, πώς ανεχόμαστε να έχουμε τους ουτιδανούς ως επίσημους στη σκέψη, την τέχνη ή τη δράση. Από τότε που άρχισα να γράφω για τα δημόσια πράγματα στις αρχές της δεκαετίας του '90, περιέγραψα τη νεοελληνική ηγετική αναξιοκρατία.