Του Δημήτρη Θεοδοσίου
Όπως είναι γνωστό τοις πάσι, η Ελλάδα έχασε την τελευταία τριακονταετία μια ιστορική ευκαιρία. Βρέθηκε στους κόλπους μιας ισχυρής οικονομικής ένωσης έχοντας μοναδικό πλεονέκτημα στα Βαλκάνια και τη Νότιο-Ανατολική Ευρώπη. Κατά το διάστημα αυτό η χώρα έλαβε πακτωλούς χρημάτων και επιδοτήσεων, εκ των οποίων ελάχιστα επενδύθηκαν ή αξιοποιήθηκαν ουσιαστικά προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης του παραγωγικού ιστού της, της δημιουργίας πραγματικών υποδομών και της ανάδειξης των όποιων συγκριτικών της πλεονεκτημάτων. Τα χρήματα που εισέρευσαν σπαταλήθηκαν άκριτα προς άγραν και μόνον μιας βάσης ψηφοφόρων, την οποία η εκάστοτε εξουσία εξαγόραζε με ψέματα και με ψίχουλα μπροστά στον πλούτο που συσσώρευε το πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο.
Το υδροκέφαλο κράτος αποθάρρυνε την υγιή επιχειρηματικότητα, επιτρέποντας ωστόσο την πλήρως εξαρτημένη και κρατικοδίαιτη, που στηριζόταν εξ ολοκλήρου στην υπέρογκη δανειοδότηση και στην άνωθεν ανάθεση έργων. Διατήρησε ανέπαφα τα μονοπώλια των διαφόρων επαγγελματικών κλάδων και προνόησε να συντηρεί σε μια κατάσταση απατηλής ευημερίας τις στρατιές των δημοσίων υπαλλήλων του διογκώνοντας διαρκώς έτσι τις δανειακές του ανάγκες. Το πολιτικό μας σύστημα απέτυχε παταγωδώς. Έχασε μια σπάνια ευκαιρία, υπό συνθήκες ιδανικές, να θωρακίσει τη χώρα και περιορίστηκε στη μονολιθική εφαρμογή ενός αντιπαραγωγικού μοντέλου διακυβέρνησης που εξυπηρέτησε αποκλειστικά τη διατήρηση των φεουδαλικών δομών της εξουσίας του (πελατειακό κράτος, συγκεντρωτική διοίκηση και γραφειοκρατία, ιεραρχίες πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές, οικογενειοκρατία, διανομή ρόλων-φέουδων μεταξύ ημετέρων). Η αναξιοκρατία και ένα πλέγμα δεσμών υποτέλειας μεταξύ πολιτών και κρατικής εξουσίας αποτελούσαν αναγκαία και ικανή συνθήκη για την επιβίωση του συστήματος. Όσοι ήταν πραγματικά δημιουργικοί, ικανοί να επιβιώσουν αυτοτελώς και όχι εξαρτώμενοι από το σύστημα, εξοστρακίζονταν κατά κανόνα στο περιθώριο. Διεσώθησαν ωστόσο ορισμένοι που αναζήτησαν την τύχη τους στο εξωτερικό. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι εκεί είχαν αποτέλεσμα οι προσπάθειές τους και ότι πέτυχαν, είτε ως επιστήμονες, είτε ως επιχειρηματίες, είτε ως απλοί βιοπαλαιστές. Όσο λοιπόν το νεοελληνικό κατεστημένο είχε τον πλήρη έλεγχο ήταν δυνατόν να επιβιώνει ανενόχλητο και να αναπαράγεται εκ των έσω. Μόνο μια εξωτερική παρέμβαση θα μπορούσε να το πλήξει πραγματικά. Η παγκοσμιοποίηση συνιστά αυτού του είδους την αστάθμητη παράμετρο. Το παιχνίδι ‘άνοιξε’ και νέοι δυναμικοί παίκτες εισήλθαν στο αγωνιστικό πεδίο. Οι μικροπολιτικές διευθετήσεις στο εσωτερικό δεν αρκούν πια για να έχει κάποιος τον έλεγχο. Υπερεθνικοί θεσμοί και οργανισμοί αποκτούν το δικό τους ρόλο και υποβάλλουν τους όρους τους. Η ενημέρωση έπαψε να εκπορεύεται αποκλειστικά από μέσα ελεγχόμενα και κατευθυνόμενα. Υπάρχει πλέον και το διαδίκτυο… Ο οικονομικός ανταγωνισμός των αναπτυσσόμενων περιφερειακών οικονομιών και η αυτονόμηση των αγορών από την πολιτική εξουσία δημιουργεί αναπόφευκτες δυσλειτουργίες στα ‘κλειστά’ προστατευτικά συστήματα όπως αυτό της ευρωζώνης στις μέρες μας. Πολύ περισσότερο δε, σε μια οικονομία σοβιετικού τύπου όπως η ελληνική, την τελευταία του είδους της τουλάχιστον στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Η παγκόσμια κρίση δρα ευεργετικά και πολλαπλασιαστικά ως προς το μέγεθος της επίδρασης όλων αυτών των παραμέτρων. Η πολιτική εξουσία ξεγυμνώνεται. Βαθαίνει καθημερινά το χάσμα μεταξύ κοινωνίας και κράτους, μεταξύ λαϊκών στρωμάτων και κομματικών παρατάξεων. Το μόνο σίγουρο πια είναι ότι το νεοελληνικό κράτος έχει πάψει από καιρό να αποτελεί δραστική συνιστώσα των σύγχρονων ιστορικών εξελίξεων. Σύρεται από αυτές, παραπαίει και αποσυντίθεται μέρα με την ημέρα. Είναι ένας αντιδραστικός μηχανισμός που μάταια πασχίζει να κρύψει τις παθογένειές του. Η εικόνα του ‘ασθενούς’, ωστόσο, είναι πλασματική, με την έννοια ότι δεν πάσχει επί της ουσίας ο ελληνισμός, δεν νοσούν τα μεγάλα, υγιή και δημιουργικά τμήματα του ελληνικού λαού, οι ευφυώς σκεπτόμενοι δεν αποτελούν είδος υπό εξαφάνιση από αυτή τη χώρα, δεν εξαντλήθηκε το πολιτισμικό κεφάλαιο αυτού του τόπου και η διαχρονική του αξία, ούτε στέρεψαν οι πλουτοπαραγωγικές δυνατότητες της ελληνικής γης. Το υβρίδιο του νεοελληνισμού είναι που νοσεί πραγματικά και μιλώντας για νεοελληνισμό εννοούμε βέβαια κάτι παντελώς αλλότριο και ξένο προς την ουσία του ελληνισμού. Μην τα συγχέουμε λοιπόν. Στο αδιέξοδο οδηγηθήκαμε με αποκλειστική ευθύνη των ανάξιων, διεφθαρμένων ηγεσιών και της πολυετούς παρασιτικής τους δράσης. Το καρκίνωμα αποτελούν οι πολιτικές ελίτ, τα κατεστημένα -πολιτικά και οικονομικά- δεκαετιών, οι κομματικές κλίκες και οι εντολοδόχοι τους εργατοπατέρες. Οι καναλάρχες και τα κατευθυνόμενα μέσα παρα-πληροφόρησης, οι μεγάλοι εργολάβοι που πλούτισαν με την προστασία του κράτους, οι σύμβουλοι και οι παρατρεχάμενοι των υπουργών, η αυλή του καθεστώτος. Σύσσωμο το κομματικό πάνελ της μεταπολιτευτικής μας ιστορίας, τα μεγάλα τζάκια, οι πολιτικοί δεινόσαυροι, οι παρωχημένες ιδεολογίες-ιδεοληψίες και οι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι των κομμάτων. Όλοι όσοι σήμερα, θέλοντας και μη, ευρισκόμενοι σε δεινή θέση, σηκώνουν το λάβαρο μιας υποτιθέμενης συναίνεσης, η οποία δεν σημαίνει τίποτα περισσότερο από συναίνεση στη μετριότητα, στην υπανάπτυξη, στην οικονομική αφαίμαξη των πολιτών, στην εκποίηση του εθνικού πλούτου, στη συντήρηση ενός κατεστημένου διανομής εξουσιών και ρόλων, εντός του οποίου άπαντες θα έχουν λόγο ύπαρξης. Η επίκληση εννοιών όπως η συναίνεση και η εθνική ενότητα εν προκειμένω αποτελεί την τελευταία, απέλπιδα γραμμή άμυνας για το υπό κατάρρευση σύστημα. Ήρθε όμως η ώρα να πληρώσουν το τίμημα για τις ολέθριες στρατηγικές επιλογές τους και αυτό πρέπει να γίνει με το μικρότερο δυνατό κόστος για όλους εμάς. Αν έχουμε ένα χρέος, ως πολίτες αυτής της χώρας, δεν είναι άλλο απ’ το να ξεριζώσουμε το καρκίνωμα το συντομότερο δυνατόν, προκειμένου να μην αποβεί μεταστατικό για ολόκληρη την κοινωνία. Απατάται οικτρά η αποτυχημένη ολιγαρχία αν προσδοκά να μας εκβιάσει θέτοντας ανυπόστατα και πλασματικά διλήμματα πιθανής χρεοκοπίας και επιστροφής σε ένα εθνικό νόμισμα. Στη χρεοκοπία οδηγηθήκαμε ήδη από αυτούς που υποκριτικά την ξορκίζουν. Δεν τους αρκεί αυτό όμως και επιδιώκουν να ρίξουν τη χώρα σε μία χρονικά παρατεταμένη και μη αναστρέψιμη ύφεση που θεωρούν ωστόσο πως θα τους εξασφαλίσει την εξουσία μαζί με την υποτέλεια στους ισχυρούς της Ευρώπης. Μάταια ωστόσο… Η έξοδος από την -υπό καθεστώς αποσύνθεσης- ευρωζώνη έχει ανοίξει ούτως ή άλλως. Οι εταίροι μας εξετάζουν, όπως ρητά δηλώνουν καθημερινά, πιθανούς τρόπους με τους οποίους θα καταστεί αυτή εφικτή. Υπό προϋποθέσεις αυτή ακριβώς η εξέλιξη, που κόπτονται χάριν προσωπικής τους ιδιοτέλειας να αποφύγουν οι πολιτικοί μας δυνάστες, θα αποτελούσε τη λύση του προβλήματος, ενώ ταυτόχρονα θα συνεπαγόταν την ολοκληρωτική εξαφάνιση της πολιτικής ολιγαρχίας που το προκάλεσε και επιχειρεί τώρα ανενδοίαστα να το φορτώσει στις δικές μας πλάτες. Δεν μας αφορούν, ως κοινωνία, τα εσωτερικά τους παιχνίδια, οι εικονικές αλλαγές ρόλων, προσώπων και τακτικών. Είναι ενθαρρυντικό πως ο λαός εκδηλώνει ήδη ποικιλοτρόπως την αντίθεσή του στη ‘στρατηγική’ της πολιτικής και οικονομικής υποδούλωσης. Αποφάνθηκε -για όσους αφελώς ή εσκεμμένα το παραβλέπουν- και αποφάσισε να γυρίσει σελίδα στην ιστορία του. Η 28η Οκτωβρίου του 2011 αποτέλεσε την πρώτη, ουσιαστικά, πράξη κατάλυσης της εξουσίας του καθεστώτος κατοχής από ένα αυθόρμητο λαϊκό κίνημα, το οποίο εκδηλώθηκε από άκρου εις άκρον της ελληνικής επικράτειας προπηλακίζοντας τους εκπροσώπους της υπόδουλης σε ξένα και εγχώρια συμφέροντα πολιτικής εξουσίας. Γι’ αυτό το λόγο και αναγκάστηκαν άμεσα, τις αμέσως επόμενες μέρες, αφού πρώτα έγιναν περίγελως της οικουμένης, να αναζητήσουν καταφύγιο πίσω από τον πέπλο μιας κατά τα φαινόμενα μεταβατικής κυβέρνησης συνεργασίας. Το νεοελληνικό Διευθυντήριο της αποτυχίας επιχειρεί εν είδει χαμαιλέοντος να μας εξαπατήσει για ακόμη μία φορά. Είναι όμως αργά γι’ αυτό. Αυτή τη φορά έχει πάρει το χρώμα της σήψης και αυτή ήταν η τελευταία του αλλαγή. Κλείνει ο κύκλος του. Το σύστημα πνέει τα λοίσθια. Μοναδικός δρόμος για εμάς, που δεν επιθυμούμε να το ακολουθήσουμε στην ολισθηρή διαδρομή που επέλεξε, είναι η αλλαγή, η ριζική ανατροπή του πολιτικού σκηνικού και η αναγέννηση που θα τη διαδεχθεί αναγκαία. Μηδενισμός του επαχθούς χρέους που έντεχνα και πονηρά οι δημιουργοί του επιχειρούν να φορτώσουν σ’ εμάς και στις επόμενες γενιές, και νέο ξεκίνημα. Σε αυτήν την κοινή κατεύθυνση ζητάμε εμείς τη συναίνεση ή, πιο σωστά, τη συστράτευση όλων των υγιών δυνάμεων του τόπου, για να αποφεύγουμε λέξεις που το σύστημα τις φόρτισε με αμφιλεγόμενα νοήματα... Λέμε όχι λοιπόν στη συναίνεση της καθυστέρησης και της δουλοπρέπειας και επικροτούμε μια ευρεία κοινωνική πρωτοβουλία για μια καινούρια αρχή, με στόχο τη θεραπεία της ανίατης νόσου, την ανατροπή του καθεστώτος, την αναγέννηση της Ελλάδας και την κατάκτηση της θέσης που της αρμόζει στο διεθνές στερέωμα, το ρόλο που δικαιούται πραγματικά να διεκδικήσει από την Ιστορία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου